Ερινύες και Ορέστης
Ο σπουδαιότερος νόμος ήταν εκείνος που απαγόρευε την αφαίρεση της ζωής ανθρώπου από άνθρωπο. Κανένας φονιάς δεν μπορούσε να ξεφύγει από τις Ερινύες. Ο Ορέστης σκότωσε τη μητέρα του και αυτό απαιτούσε μια τιμωρία από τις Ερινύες. Όταν ο Ορέστης ήρθε στην Αθήνα για να δικαστεί, είχε συνήγορο του τον Απόλλωνα, ενώ πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν η Αθηνά. Οι Ερινύες ζήτησαν μπροστά στον Άρειο Πάγο την τιμωρία του. Κοντά στον Άρειο Πάγο είχαν ιερό, όπου λατρεύονταν με το επίθετο Σεμναί, ώστε να εμπνέουν στους εγκληματίες μια θρησκευτική τρομάρα, ενώ με το επίθετο Ευμενίδες ήταν το σύμβολο τη προστασίας τους (Παυσανίας, Αττικά I 28.6).
[28.6] πλησίον δὲ ἱερὸν θεῶν ἐστιν ἃς καλοῦσιν Ἀθηναῖοι Σεμνάς, Ἡσίοδος δὲ Ἐρινῦς ἐν Θεογονίᾳ. πρῶτος δέ σφισιν Αἰσχύλος δράκοντας ἐποίησεν ὁμοῦ ταῖς ἐν τῇ κεφαλῇ θριξὶν εἶναι· τοῖς δὲ ἀγάλμασιν οὔτε τούτοις ἔπεστιν οὐδὲν φοβερὸν οὔτε ὅσα ἄλλα κεῖται θεῶν τῶν ὑπογαίων. κεῖται δὲ καὶ Πλούτων καὶ Ἑρμῆς καὶ Γῆς ἄγαλμα· ἐνταῦθα θύουσι μὲν ὅσοις ἐν Ἀρείῳ πάγῳ τὴν αἰτίαν ἐξεγένετο ἀπολύσασθαι, θύουσι δὲ καὶ ἄλλως ξένοι τε ὁμοίως καὶ ἀστοί.
Ορφικός ύμνος προς τις Ερινύες
Ευμενίδων θυμίαμα, αρώματα
Κλῦτε, ѳεαὶ πάντιμοι, ἐρίβρομοι, εὐάστειραι,
Τισιφόνη τε καὶ Ἀλληκτὼ καὶ δῖα Μέγαιρα·
νυκτέριαι, μυχίοις ὑπὸ κεύѳεσιν οἰκί' ἔχουσαι
ἄντρωι ἐν ἠερόεντι παρὰ Στυγὸς ἱερὸν ὕδωρ,
οὐχ ὁσίαις βουλαῖσι βροτῶν κεκοτημέναι αἰεί,
λυσσήρεις, ἀγέρωχοι, ἐπευάζουσαι ἀνάγκαις,
ѳηρόπεπλοι, τιμωροί, ἐρισѳενέες, βαρυαλγεῖς,
Ἀίδεω χѳόνιαι, φοβεραὶ κόραι, αἰολόμορφοι,
ἠέριαι, ἀφανεῖς, ὠκυδρόμοι ὥστε νόημα·
οὔτε γὰρ ἠελίου ταχιναὶ φλόγες οὔτε σελήνης
καὶ σοφίης ἀρετῆς τε καὶ ἐργασίμου ѳρασύτητος
εὔχαρι οὔτε βίου λιπαρᾶς περικαλλέος ἥβης
ὑμῶν χωρὶς ἐγείρει ἐυφροσύνας βιότοιο·
ἀλλ' αἰεὶ ѳνητῶν πάντων ἐπ' ἀπείρονα φῦλα
ὄμμα Δίκης ἐφορᾶτε, δικασπόλοι αἰὲν ἐοῦσαι.
ἀλλά, ѳεαὶ Μοῖραι, ὀφιοπλόκαμοι, πολύμορφοι,
πραΰνοον μετάѳεσѳε βίου μαλακόφρονα δόξαν
Μετάφραση
Ακούσατε με ώ θεοί πού έχετε πάσα τιμή, πού φωνάζετε δυνατά, βακχικοί,
σεις η Τισιφόνη και η Αλληκτώ και η θεϊκή Μέγαιρα
νυκτερινές, πού ζήτε στο μυχό καί έχετε στα βάθη την οικία σας
μέσα εις ένα ομιχλώδες σπήλαιον πλησίον στο ιερό νερό της Στυγός
πετάτε πάντοτε ένεκα των ανοσιών διαθέσεων των ανθρώπων λυσσασμένες,
μεγαλόφρονες, πολυδύναμες προκαλώντας βαρείς πόνους,
κόρες του Άδη καταχθόνιες, ποικιλόμορφες, πού προξενείτε φόβο
αέρινες, αφανείς, πού τρέχετε γρήγορα όπως ο νους.
Γιατί ούτε του ηλίου οι γρήγορες φλόγες, ούτε της σελήνης
και της σοφίας και της αρετής και της εργασίμου θρασύτητος
ούτε η αγαθή χάρη του βίου, ούτε η περικαλής ύβη,
χωρίς την δικής σας ευμένεια δεν εγείρουν ευφροσύνες στον βίο.
Εσείς επιβλέπετε πάντοτε σαν μάτι της Δίκης τις φυλές όλων των ανθρώπων,
και είστε πάντοτε δικαστές.
Αλλά, ώ θεές Μοίρες με τα πλοκάμια από φίδια πολύμορφες,
μεταθέστε και καταστήστε τη μαλακόκαρδη και ευμενή τη γνώμη του βίου